δημοκράτης

δημοκράτης
ο (θηλ. δημοκράτισσα και δημοκράτις, η) (Μ δημοκράτης, Α Δημοκράτης, ο)
νεοελλ.
1. ο οπαδός τού δημοκρατικού πολιτεύματος, αυτός που πιστεύει ότι η δημοκρατία είναι το καλύτερο πολιτειακό σύστημα
2. όποιος υποστηρίζει ότι πιστεύει στην κοινωνική ισότητα και πρόοδο
3. ο καταδεκτικός προς όσους βρίσκονται σε κατώτερη θέση, αυτός που έχει απλούς τρόπους
μσν.
(ανώτερος αξιωματούχος, αρχηγός καθενός από τους δήμους, τών Βενετών και τών Πρασίνων, ο οποίος είχε αξίωμα ανώτερο από τού δημάρχου
αρχ.
(κύριο όν.) Δημοκράτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δήμος + -κράτης < κράτος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Δημοκράτης — masc acc pl (attic epic doric) Δημοκράτης masc nom/voc pl (doric aeolic) Δημοκράτης masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημοκράτης — ο θηλ. δημοκράτισσα οπαδός της δημοκρατίας, άνθρωπος που είναι πιστός στις δημοκρατικές αρχές και έχει ελεύθερο φρόνημα: Στη χούντα υπέφερε πολλά, γιατί υπήρξε πάντα γνωστός δημοκράτης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Δημοκράτης ο εξ Αφιδνών — (4ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ρήτορας. Αναφέρεται ως απόγονος του Αρμόδιου ή του Αριστογείτονα, σύγχρονος του Δημοσθένη …   Dictionary of Greek

  • Δημοκράτει — Δημοκράτης masc nom/voc/acc dual (attic epic) Δημοκράτεϊ , Δημοκράτης masc dat sg (epic ionic) Δημοκράτης masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δημοκράτη — Δημοκράτης masc nom/voc/acc dual (doric aeolic) Δημοκράτης masc acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δημοκράτην — Δημοκράτης masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δημοκράτους — Δημοκράτης masc gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δημόκρατες — Δημοκράτης masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Democrates — (Greek: Δημοκράτης) a Pythagorean philosopher, concerning whom little is known. A collection of moral maxims, called the Golden Sentences (Greek: γνῶμαι χρυσαῖ) has come down to us under his name. They are written in the Ionic dialect, from which …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”